Γράφει ένας "κουκουλοφόρος" του διαδικτύου...
Αυτό που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» στην Ελλάδα, υπήρξε τελικώς ένα πολιτικό καθεστώς, με οικονομικό πρόταγμα αποκλειστικά την αναδιανομή.
Αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου γίνεται συνήθως μέσω του δημόσιου προϋπολογισμού. Φορολογείται το «πλεόνασμα», για να βοηθηθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Αλλά για να φορολογηθεί κάτι πρέπει να υπάρχει. Όταν δεν υπάρχει πλεόνασμα για να φορολογηθεί, τότε αρχίζει η φορολόγηση να γίνεται σε βάρος των μελλοντικών γενεών.
Αντί να φορολογηθούν οι «πλούσιοι» για να ενισχυθούν οι «φτωχοί», φορολογούνται πλέον οι μελλοντικές γενεές, υπέρ των σημερινών. Κι αυτό επιτυγχάνεται με το δανεισμό. Το κράτος μοιράζει δανεικά, τα οποία θα τα πληρώσουν οι επόμενοι…
Ο δανεισμός δεν είναι κατ' ανάγκην κάτι αρνητικό. Όταν το παραγόμενο εισόδημα είναι μεγαλύτερο από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ο δανεισμός αυξάνει το εισόδημα, επιταχύνει την ανάπτυξη, συσσωρεύει πλούτο και παράγει ευημερία. Αν δηλαδή επενδύσουμε τα 1000 ευρώ που δανειζόμαστε, έτσι ώστε να αυξήσουμε το ετήσιό εισόδημά μας κατά 20 ευρώ το χρόνο στο εξής, και πληρώνουμε ετησίως 15 ευρώ τόκους για εξυπηρέτηση του χρέους, τότε βελτιώνουμε το καθαρό εισόδημά μας κάθε χρονιά κατά (20-15=) 5 ευρώ.
Τίποτε όμως δεν είναι παντοτινό. Και καμία επένδυση δεν αποδίδει πρόσθετο εισόδημα για πάντα. Το πρώτο πρόβλημα, λοιπόν, είναι αν εξαντλείται μια επένδυση πριν αποπληρωθεί το δάνειο με το οποίο χρηματοδοτήθηκε. Αν δηλαδή πάψει να μας δίνει πρόσθετο εισόδημα πριν την ξεπληρώσουμε. Κι έτσι βρεθούμε κάποτε να πληρώνουμε παραπάνω (γιατί χρωστάμε ακόμα), χωρίς να εισπράττουμε παραπάνω (γιατί η επένδυση έχει «απαξιωθεί»).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι η οικονομία δεν αναπτύσσεται συνεχώς. Εμφανίζει κυκλικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια των οποίων το εισόδημα υποχωρεί απότομα. Αλλά οι δόσεις αποπληρωμής του χρέους δεν υποχωρούν κι αυτές. Κι έτσι κάποια στιγμή βρισκόμαστε να πληρώνουμε χωρίς να εισπράττουμε. Αν τότε υποχρεωθούμε σε ν έο έκτακτο δανεισμό για να αντέξουμε την ύφεση, τότε μόλις ξεπεραστεί η ύφεση θα έχουμε αυξημένες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης αυξημένου χρέους. Και τότε η αρχική επένδυση, σε συνδυασμό με την ύφεση και τον αυξημένο δανεισμό που μας εξανάγκασε να αναλάβουμε, μπορεί τελικά να μας ζημιώνουν σε βάθος χρόνου. Και να μας αναγκάζουν να δανειζόμαστε όλο και περισσότερα…
Αυτά είναι τα δύο πιο σημαντικά ρίσκα που εμπεριέχει ο δανεισμός, ακόμα κι όταν είναι αρχικά «αποδοτικός». Γι' αυτό κι είναι φρόνιμο να μη δανειζόμαστε πάνω από ένα ποσοστό του ετήσιου εισοδήματο ς. Γιατί αν το ξεπεράσουμε, τότε ο δανεισμός μας μπορεί να γίνει αυτοτροφοδοτούμενος και ανεξέλεγκτος. Δηλαδή είναι υποχρεωτικό να βρεθούμε να δανειζόμαστε όλο και περισσότερο, για να ξεπληρώνουμε τα τοκοχρεολύσια των προηγούμενων δανείων.
Αυτό που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» στην Ελλάδα, υπήρξε τελικώς ένα πολιτικό καθεστώς, με οικονομικό πρόταγμα αποκλειστικά την αναδιανομή.
Αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου γίνεται συνήθως μέσω του δημόσιου προϋπολογισμού. Φορολογείται το «πλεόνασμα», για να βοηθηθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Αλλά για να φορολογηθεί κάτι πρέπει να υπάρχει. Όταν δεν υπάρχει πλεόνασμα για να φορολογηθεί, τότε αρχίζει η φορολόγηση να γίνεται σε βάρος των μελλοντικών γενεών.
Αντί να φορολογηθούν οι «πλούσιοι» για να ενισχυθούν οι «φτωχοί», φορολογούνται πλέον οι μελλοντικές γενεές, υπέρ των σημερινών. Κι αυτό επιτυγχάνεται με το δανεισμό. Το κράτος μοιράζει δανεικά, τα οποία θα τα πληρώσουν οι επόμενοι…
Ο δανεισμός δεν είναι κατ' ανάγκην κάτι αρνητικό. Όταν το παραγόμενο εισόδημα είναι μεγαλύτερο από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ο δανεισμός αυξάνει το εισόδημα, επιταχύνει την ανάπτυξη, συσσωρεύει πλούτο και παράγει ευημερία. Αν δηλαδή επενδύσουμε τα 1000 ευρώ που δανειζόμαστε, έτσι ώστε να αυξήσουμε το ετήσιό εισόδημά μας κατά 20 ευρώ το χρόνο στο εξής, και πληρώνουμε ετησίως 15 ευρώ τόκους για εξυπηρέτηση του χρέους, τότε βελτιώνουμε το καθαρό εισόδημά μας κάθε χρονιά κατά (20-15=) 5 ευρώ.
Τίποτε όμως δεν είναι παντοτινό. Και καμία επένδυση δεν αποδίδει πρόσθετο εισόδημα για πάντα. Το πρώτο πρόβλημα, λοιπόν, είναι αν εξαντλείται μια επένδυση πριν αποπληρωθεί το δάνειο με το οποίο χρηματοδοτήθηκε. Αν δηλαδή πάψει να μας δίνει πρόσθετο εισόδημα πριν την ξεπληρώσουμε. Κι έτσι βρεθούμε κάποτε να πληρώνουμε παραπάνω (γιατί χρωστάμε ακόμα), χωρίς να εισπράττουμε παραπάνω (γιατί η επένδυση έχει «απαξιωθεί»).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι η οικονομία δεν αναπτύσσεται συνεχώς. Εμφανίζει κυκλικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια των οποίων το εισόδημα υποχωρεί απότομα. Αλλά οι δόσεις αποπληρωμής του χρέους δεν υποχωρούν κι αυτές. Κι έτσι κάποια στιγμή βρισκόμαστε να πληρώνουμε χωρίς να εισπράττουμε. Αν τότε υποχρεωθούμε σε ν έο έκτακτο δανεισμό για να αντέξουμε την ύφεση, τότε μόλις ξεπεραστεί η ύφεση θα έχουμε αυξημένες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης αυξημένου χρέους. Και τότε η αρχική επένδυση, σε συνδυασμό με την ύφεση και τον αυξημένο δανεισμό που μας εξανάγκασε να αναλάβουμε, μπορεί τελικά να μας ζημιώνουν σε βάθος χρόνου. Και να μας αναγκάζουν να δανειζόμαστε όλο και περισσότερα…
Αυτά είναι τα δύο πιο σημαντικά ρίσκα που εμπεριέχει ο δανεισμός, ακόμα κι όταν είναι αρχικά «αποδοτικός». Γι' αυτό κι είναι φρόνιμο να μη δανειζόμαστε πάνω από ένα ποσοστό του ετήσιου εισοδήματο ς. Γιατί αν το ξεπεράσουμε, τότε ο δανεισμός μας μπορεί να γίνει αυτοτροφοδοτούμενος και ανεξέλεγκτος. Δηλαδή είναι υποχρεωτικό να βρεθούμε να δανειζόμαστε όλο και περισσότερο, για να ξεπληρώνουμε τα τοκοχρεολύσια των προηγούμενων δανείων.