Είναι γεγονός πως στη σύγχρονη εποχή οι αγώνες διεκδίκησης των δικαιωμάτων της γυναίκας οδήγησαν στη θέσπιση της ισότητας των δύο φύλων σε κάθε έκφανση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Ωστόσο, η θέση της στη σύγχρονη κοινωνία δεν έχει ακόμα πλήρως αποκατασταθεί, κυρίως λόγω της διάστασης μεταξύ νομικής κατοχύρωσης και έμπρακτης εφαρμογής των νόμων. Το έλλειμμα, δηλαδή, που παρουσιάζεται, δεν είναι κανονιστικό, αλλά έλλειμμα εφαρμογής των ήδη θεσπισμένων κανόνων ως προς την ισότιμη μεταχείριση των γυναικών. Η πρακτική αυτή της άνισης συμπεριφοράς έναντι των γυναικών επιβεβαιώνει, θα λέγαμε, την αδυναμία του σύγχρονου κοινωνικού κεκτημένου.
Αυτά ισχύουν για τις ανεπτυγμένες, δυτικές κατά βάση, κοινωνίες. Γιατί στον υπανάπτυκτο και αναπτυσσόμενο κόσμο η θέση της γυναίκας υπολείπεται κατά πολύ του οράματος του σύγχρονου κράτους δικαίου και των αρχών της ισότητας και της ισονομίας. Στις περισσότερες μάλιστα περιπτώσεις η γυναίκα δεν απολαμβάνει ούτε τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην παιδεία, τον πολιτισμό, την υγεία ή την εργασία.
Από την άλλη βέβαια δεν είναι και λίγες, όπως είπαμε, και οι περιπτώσεις άνισης μεταχείρισης της γυναίκας σε χώρες του δυτικού κόσμου. Και ενώ θα περίμενε κανείς αυτό να συμβαίνει μόνο στην ιδιωτική ζωή, με έκπληξη συναντάμε την παραβίαση των δικαιωμάτων της γυναίκας και στον δημόσιο βίο. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την ανάγκη για διαρκή απαίτηση της εφαρμογής των σύγχρονων κανόνων δικαίου.
Το κοινωνικό αυτό έλλειμμα φανερώνει ότι καμία κρατική δράση και νομική τοποθέτηση δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει, αν πρώτα δεν χαίρει της κοινωνικής αποδοχής. Την ισοτιμία, δηλαδή, μεταξύ των δύο φύλων δεν θα τη φέρουν οι νόμοι, αλλά οι άνθρωποι. Θα τη φέρουν οι άνδρες που θα αποδεχθούν και θα αποδείξουν έμπρακτα ότι αποδέχονται ως ισότιμες τις γυναίκες. Θα την φέρει η οικογένεια με την κατάργηση της διαιώνισης των κοινωνικών στερεοτύπων. Θα την φέρει το σχολείο με τη γαλούχηση των νέων με τις αρχές της ισότητας και της ισονομίας. Και όλα αυτά βέβαια δεν μπορεί παρά να είναι θέμα παιδείας.
Η Ημέρα της Γυναίκας δεν πρέπει να θεωρείται γιορτή. Θεσμοθετήθηκε για να μας θυμίζει πως, άσχετα από τα όσα βήματα έχουν ήδη γίνει προς την κατεύθυνση της ισότητας των δύο φύλων, αυτά που πρέπει να ακολουθήσουν είναι ακόμη πολλά. Είναι μια μέρα με συμβολικό περιεχόμενο, μια αφορμή για να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ανισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα. Οφείλουμε, λοιπόν, ως κοινωνία να αναδείξουμε αυτό το ζήτημα σε έναν από τους άξονες της συλλογικής μας δράσης για να μην παραμείνει η ισότητα μια ευχή χωρίς αντίκρισμα. Σε τελική ανάλυση αποτελεί βασικό δείκτη του είδους και της ποιότητας της δημοκρατίας μας.
Αυτά ισχύουν για τις ανεπτυγμένες, δυτικές κατά βάση, κοινωνίες. Γιατί στον υπανάπτυκτο και αναπτυσσόμενο κόσμο η θέση της γυναίκας υπολείπεται κατά πολύ του οράματος του σύγχρονου κράτους δικαίου και των αρχών της ισότητας και της ισονομίας. Στις περισσότερες μάλιστα περιπτώσεις η γυναίκα δεν απολαμβάνει ούτε τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην παιδεία, τον πολιτισμό, την υγεία ή την εργασία.
Από την άλλη βέβαια δεν είναι και λίγες, όπως είπαμε, και οι περιπτώσεις άνισης μεταχείρισης της γυναίκας σε χώρες του δυτικού κόσμου. Και ενώ θα περίμενε κανείς αυτό να συμβαίνει μόνο στην ιδιωτική ζωή, με έκπληξη συναντάμε την παραβίαση των δικαιωμάτων της γυναίκας και στον δημόσιο βίο. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει την ανάγκη για διαρκή απαίτηση της εφαρμογής των σύγχρονων κανόνων δικαίου.
Το κοινωνικό αυτό έλλειμμα φανερώνει ότι καμία κρατική δράση και νομική τοποθέτηση δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει, αν πρώτα δεν χαίρει της κοινωνικής αποδοχής. Την ισοτιμία, δηλαδή, μεταξύ των δύο φύλων δεν θα τη φέρουν οι νόμοι, αλλά οι άνθρωποι. Θα τη φέρουν οι άνδρες που θα αποδεχθούν και θα αποδείξουν έμπρακτα ότι αποδέχονται ως ισότιμες τις γυναίκες. Θα την φέρει η οικογένεια με την κατάργηση της διαιώνισης των κοινωνικών στερεοτύπων. Θα την φέρει το σχολείο με τη γαλούχηση των νέων με τις αρχές της ισότητας και της ισονομίας. Και όλα αυτά βέβαια δεν μπορεί παρά να είναι θέμα παιδείας.
Η Ημέρα της Γυναίκας δεν πρέπει να θεωρείται γιορτή. Θεσμοθετήθηκε για να μας θυμίζει πως, άσχετα από τα όσα βήματα έχουν ήδη γίνει προς την κατεύθυνση της ισότητας των δύο φύλων, αυτά που πρέπει να ακολουθήσουν είναι ακόμη πολλά. Είναι μια μέρα με συμβολικό περιεχόμενο, μια αφορμή για να επικεντρώσουμε την προσοχή μας στην ανισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα. Οφείλουμε, λοιπόν, ως κοινωνία να αναδείξουμε αυτό το ζήτημα σε έναν από τους άξονες της συλλογικής μας δράσης για να μην παραμείνει η ισότητα μια ευχή χωρίς αντίκρισμα. Σε τελική ανάλυση αποτελεί βασικό δείκτη του είδους και της ποιότητας της δημοκρατίας μας.